Από χθες το βράδυ έχει ξεκινήσει μια συζήτηση που συνηθίζεται κάθε φορά που διαδηλώσεις καταλήγουν σε επεισόδια, συνήθως από τηλεοπτικά “παράθυρα” δελτίων ειδήσεων και διάφορους σχολιαστές-δημοσιογράφους που βγαίνουν σε αυτά και σκούζουν για τους βάνδαλους που σπάνε, καίνε, καταστρέφουν ό,τι βρουν, δεν σέβονται κανέναν και τίποτα και ”αμαυρώνουν” τις ειρηνικές διαμαρτυρίες των απλών πολιτών -τις οποίες βέβαια ποτέ ή ελάχιστα προβάλλουν στα δελτία τους.
Το διαφορετικό με τα χθεσινά γεγονότα είναι ότι σ’ αυτό το “παιχνίδι” μπήκαν και άνθρωποι που προηγουμένως δεν είχαν βήμα σ’ αυτά τα “παράθυρα”, δημοσιογράφοι του πολιτιστικού, κριτικοί κινηματογράφου και τέχνης γενικότερα, απλοί σινεφίλ, με αφορμή την -παραλίγο- πυρπόληση τριών εκ των ιστορικότερων κινηματογράφων της Αθήνας, του Άστυ, του Αττικόν και του Απόλλωνα (τα οποία τελικώς γλίτωσαν με μικροζημιές και θα επαναλειτουργήσουν σύντομα -το Άστυ μάλιστα, λειτουργεί κανονικά από σήμερα).
Ομολογώ ότι προς στιγμήν κι εγώ ο ίδιος σκέφτηκα (όταν μαθεύτηκε η είδηση στους δρόμους) ότι είναι απαράδεκτο να καίνε τα σινεμά, ότι όλοι αυτοί που πετάνε τις μολότοφ είναι βάρβαροι, απολίτιστοι και άθλιοι προβοκάτορες. Όμως, οι σινεφίλ συναισθηματισμοί οφείλουν να σταματάνε εκεί, στις πρώτες σκέψεις και να ακολουθεί περισυλλογή και μεγάλη προσοχή όταν ξεκινάς να γράψεις κάτι (ειδικά με τίτλους όπως “Αττικόν: Γλύτωσε από τους Γερμανούς – Το έκαψαν οι Έλληνες…”), προκειμένου να μη χαθεί το δάσος για να σωθεί ένα δέντρο. Το δέντρο είναι οι 3 αίθουσες. Το δάσος είναι οι ζωές όλων μας, τα ήδη καμένα σπίτια μας, τα κλειστά καταστήματα κι οι άστεγοι στους δρόμους κι αν θέλετε να το εντοπίσουμε και στον πολιτισμό, το δέντρο είναι δύο (και περισσότερα) ιστορικά κτίρια κατεστραμμένα, το δάσος όμως είναι η καθημερινή αργή κατάρρευση εκατοντάδων ιστορικών κτιρίων, το ξεπούλημα του συνόλου των μνημείων μας (άραγε, έχει διαβάσει κανείς απ’ όσους σήμερα κλαίνε το πρώτο μνημόνιο;), η άθλια πολιτιστική πολιτική των τελευταίων χρόνων και η μηδενική χρηματοδότηση στον πολιτισμό και την παιδεία.