Απρ 24 2013

Στα “κολαστήρια” του Εβρου

Είναι συγκλονιστικό το ρεπορτάζ που υπογράφει η Βίκυ Καπετανοπούλου στην “Εφημερίδα των Συντακτών” και αναφέρεται στις άθλιες τριτοκοσμικές συνθήκες στα “κολαστήρια του Εβρου” όπως χαρακτηρίζει τα στρατόπεδα και τα κέντρα κράτησης όπου το ελληνικό κράτος στοιβάζει μετανάστες. “Κανείς δεν μπορεί να ζήσει εδώ, ούτε σκύλος” είναι η κραυγή απόγνωσης που ακούγετε, από τους μετανάστες.

Μια μαρτυρία ψυχής από την αποστολή του στην Ελλάδα καταθέτει στο μπλογκ της Διεθνούς Αμνηστίας ο Ιρέμ Αρφ Ρέιφιλντ, ερευνητής του παραρτήματος της οργάνωσης για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών στην Ευρώπη. Δεν μπορεί να βγάλει από το μυαλό του, γράφει, τα μάτια γεμάτα εξάντληση των μεταναστών που συνάντησε στη Λέσβο μετά το επικίνδυνο ταξίδι τους στα νερά του Αιγαίου. Ούτε και τις γυναίκες από την εμπόλεμη Συρία, που γνώρισε στην Αθήνα και του περιέγραψαν πώς αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω τους δικούς τους για να έρθουν στη χώρα μας και τώρα μεγαλώνουν τα παιδιά τους υπό τον διαρκή φόβο ρατσιστικών επιθέσεων σε ένα ανελέητο αστικό περιβάλλον.

Αυτό που μοιάζει όμως να τον σημάδεψε πιο πολύ απ’ όλα όσα συνάντησε εδώ είναι το μαρτύριο προσφύγων και μεταναστών που παραμένουν ξεχασμένοι επί μήνες σε κέντρα κράτησης και αστυνομικά τμήματα στη βορειοανατολική Ελλάδα και ειδικά στην περιοχή του Εβρου, στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Με πρόσχημα την ασφάλεια

Η μαζική μετακίνηση ανθρώπων έγινε δεκτή με μια μαζική επίδειξη ισχύος, που είχε πρόσχημα την ασφάλεια. Τον Αύγουστο του 2012, 1.800 αστυνομικοί αναπτύχθηκαν κατά μήκος των συνόρων για να καταστείλουν την παράνομη μετανάστευση, στο πλαίσιο της Επιχείρησης Ασπίδα, κι ένα τείχος, μήκους 10,5 χιλιομέτρων, υψώθηκε βόρεια του ποταμού. Μπορεί οι θάνατοι μεταναστών από πνιγμό ή υποθερμία να περιορίστηκαν, όπως καυχήθηκε με καμάρι η τοπική αστυνομία, ένα άλλο δράμα όμως εκτυλίσσεται στα γόνιμα εδάφη δυτικά του Εβρου, αναφέρει με πίκρα ο Ρέιφιλντ. Οι ελάχιστοι που καταφέρνουν πλέον να διασχίσουν τα σύνορα συλλαμβάνονται σε επιχειρήσεις-σκούπα και παραμένουν έγκλειστοι για μήνες ολόκληρους σε κρατητήρια ή στρα¬όπεδα κράτησης, που συναντά κανείς σε κάθε σχεδόν πόλη.

«Ο λαιμός μας καίει από τη δυσωδία στα υγρά, σκοτεινά κελιά των αστυνομικών τμημάτων που επισκεφθήκαμε. Με είχαν προειδοποιήσει για τις φρικιαστικές συνθήκες, αλλά τίποτα δεν μπορούσε να με προετοιμάσει γι’ αυτό», γράφει ο ερευνητής της Διεθνούς Αμνηστίας. «Πώς μπορεί να υπάρχουν τέτοια μέρη στην εποχή μας και μάλιστα στην Ευρώπη; Συρματοπλέγματα, πενταβρόμικα και παγωμένα μπουντρούμια, όπου οι άνθρωποι αυτοί επιβιώνουν επί μήνες χωρίς άσκηση. Κρατούμενοι μας διηγούνται πώς κλείνουν τη μύτη τους για να μη λιποθυμήσουν από την αηδία μέσα στις τουαλέτες και τα μπάνια»…

Στο Τυχερό Σουφλίου, μετανάστες και πρόσφυγες τους μιλούν από το μοναδικό, μικρό παράθυρο του κελιού τους. «Δεν μας αφήνουν να μπούμε μέσα, τους λέμε» -γράφει ο Ρέιφιλντ- κι ένας απαντά: «Θα σου πω εγώ γιατί. Κανένα ανθρώπινο ον δεν μπορεί να ζήσει εδώ. Ούτε καν σκύλος. Τρώμε εδώ, κοιμόμαστε εδώ, χέζουμε εδώ και κοιτάμε έξω μόνο απ’ αυτό το παράθυρο. Δεν θέλουν να δείτε πώς ζούμε»…

Απλυτες κουβέρτες και επιδημία ψώρας

Στο Φυλάκιο Εβρου, καταγγέλλουν ότι κοιμούνται στα ίδια άπλυτα στρώματα και κουβέρτες από την πρώτη μέρα της κράτησης τους, μήνες πριν. Ο κίνδυνος για την υγεία τους μεγάλος. Πριν από τρεις μήνες, ξέσπασε επιδημία ψώρας σε όλα σχεδόν τα κέντρα κράτησης και τα αστυνομικά τμήματα της περιοχής. «Ήρθα υγιής και τώρα είμαι άρρωστος», λέει ένας νεαρός, που δεν μπορεί να σταματήσει να ξύνεται σε όλο του το σώμα. Ολοι παραπονιούνται ότι δεν μπορούν να κοιμηθούν. Οι αυτοκτονίες δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. «Αυτό το μέρος μάς τρελαίνει, κανείς δεν μπορεί να κρατήσει τα λογικά του εδώ μέσα» λένε άλλοι αλλοδαποί από το Μπανγκλαντές.

Αυτό που τους ανησυχεί περισσότερο, τονίζει στο κείμενο του ο ερευνητής, είναι η άγνωστη διάρκεια της κράτησης τους. Χωρίς καμία διάκριση, παράνομοι μετανάστες και όσοι έχουν ζητήσει άσυλο βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο να παραμείνουν κρατούμενοι έως και 18 μήνες. «Τι θέλει από εμάς η Ευρώπη; Είμαι εδώ εννιά μήνες και θα παραμείνω άλλο τόσο. Μετά θα μου δώσουν ένα χαρτί για να εγκαταλείψω την Ελλάδα μέσα σε μια εβδομάδα. Πώς θα κανονίσω να φύγω τόσο γρήγορα; Απλώς θα με ξανασυλλάβουν», καταγγέλλει ένας άνδρας από τη Γουινέα.

Στα μεγάλα στρατόπεδα κράτησης, όπως στο Φυλάκιο και την Κομοτηνή, η ένταση είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, γράφει ο Ρέιφιλντ. Ορισμένοι κρατούμενοι κλαίνε και φωνάζουν ότι δεν είναι εγκληματίες. Ενας Αφγα¬ός τον ρωτά: «Δεν σκοτώσαμε κανέναν. Δεν κλέψαμε. Γιατί λοιπόν μας τιμωρούν έτσι; Επειδή μας λείπει ένα κομμάτι χαρτί;»

«Ασυνόδευτα» παιδιά

Η περιπλάνηση της ομάδας των ερευνητών ολοκληρώνεται στο αστυνομικό τμήμα του Ιασμου, στη Ροδόπη. Δύο «ασυνόδευτα» παιδιά θα περιμένουν εκεί επ’ αόριστον, μέχρι να ανοίξει θέση σε κάποιον ξενώνα ανηλίκων. Κανένα δεν ξέρει για ποιον λόγο βρίσκεται εκεί. Το ένα αγόρι κλαίει, το άλλο μονολογεί: «Είμαι τόσο κουρασμένος, είμαι τόσο κουρασμένος»…

αναρτήθηκε στο “βαθύ”

Άσε ένα σχόλιο